Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010
Αντίο 2010
Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010
Η περιπέτεια της Σελήνης
Κάποια μέρα η Σελήνη αγνάντευε τον κόσμο από ψηλά, όπως συνήθιζε να κάνει. Της άρεσε να παρατηρεί τα πάντα από εκεί πάνω, και όλα είχαν την γοητεία τους, καθώς εκείνη περνώντας τα έντυνε με το ασημένιο φως της τις νύχτες. Αλλά και την ημέρα όταν περνούσε εκεί που φώτιζε ο ήλιος, χάζευε τις πολιτείες των ανθρώπων που έμοιαζαν μυρμήγκια από εκεί που στέκονταν... Όλα κυλούσαν ήρεμα ως εκείνη την μέρα...
Μα αυτή την φορά είδε κάπου στον κόσμο μια μεγάλη λευκή έκταση που δεν έτυχε να προσέξει άλλη φορά.... “Αχ! Χιόνι” σκέφτηκε.... “Πόσο θα ήθελα να περπατήσω στο χιόνι, να παίξω μαζί του!!!”... Το χιόνι δεν το γνώρισε ποτέ από κοντά. Της είχαν μιλήσει γι' αυτό τα σύννεφα όταν έπαιζε μαζί τους κρυφτό μια χειμωνιάτικη μέρα... Της έλεγαν πόσο απαλό και τρυφερό είναι. Και πόσο άσπρο... Και πόσο κρύο... Και πόσο παιχνιδιάρικο. Και της είχαν πάρει τόσο τα μυαλά μ' αυτό, που τώρα άρχισε να στεναχωριέται βλέποντας εκείνη την απέραντη λευκή έκταση από μακριά... Κι όσο περνούσαν οι μέρες τόσο πιο πολλές της φαίνονταν οι ώρες ώσπου να κάνει τον γύρο και να την ξαναδεί από ψηλά... Και όλο και περισσότερο μεγάλωνε η επιθυμία της να αγγίξει χιόνι και να παίξει μαζί του...
Κάποια νύχτα ένας κομήτης περνούσε από εκεί κοντά... Μόλις τον είδε πήρε την μεγάλη απόφαση. Κάλυψε με ένα βέλο από σύννεφα το πρόσωπό της και καβάλησε τον κομήτη ως την άκρη του κόσμου. Ύστερα γλίστρησε στην ουρά του και κατέβηκε καταμεσής της απέραντης λευκής έκτασης... Όμως τι δυσάρεστη έκπληξη την περίμενε! Δεν ήταν χιόνι αυτό... Δεν ήταν απαλό, ούτε τρυφερό, ούτε παιχνιδιάρικο, ούτε κρύο... Ήταν πέτρες... Μεγάλες και μικρές, άσπρες σαν χιόνι... Όμως ήταν σκληρές, μυτερές και κοφτερές. Τα γυμνά της πόδια πληγώθηκαν... Μέχρι να βγει από κει υπέφερε πολύ. Τόσο που ο κομήτης που την έφερε ως εδώ και που ακόμα δεν είχε πάει πολύ μακριά την λυπήθηκε και γύρισε πίσω να την ξαναπάρει, να την πάει πάλι εκεί ψηλά. Κι εκείνη έφυγε γρήγορα μαζί του να γυρίσει πίσω κλαίγοντας κρυφά.
Έμεινε πια εκεί να κρυφοκοιτάζει από ψηλά... Πήρε το μάθημά της. Δεν μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει τον κόσμο με πόδια γυμνά και από τώρα και στο εξής μόνο από μακριά θα τον παρακολουθεί κρυφά. Τώρα δεν ήταν πια έκπληξη το ότι η μεγάλη εκείνη λευκή έκταση δεν ήταν χιόνι...
Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010
Το πρώτο τους τανγκό
Ήταν περασμένες δύο το μεσημέρι όταν κουρασμένη γύρισε στο σπίτι. Η δουλειά στο γραφείο σήμερα ήταν απαιτητική και η διάθεσή της είχε υποστεί αρκετές διακυμάνσεις από το πρωί. Σκέφτονταν να ετοιμάσει κάτι πρόχειρο για φαγητό και να κουρνιάσει στον καναπέ. Άνοιξε νωχελικά την πόρτα κι έκανε να μπει όταν είδε τον φάκελο που κείτονταν στο κατώφλι. Έσκυψε και τον πήρε στα χέρια της.
Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2010
Δή δεί χρημάτων...
Κρύωσε ο καιρός... Θα χρειαστεί να κάψει παραπάνω ώρες το καλοριφέρ... Και με τις τιμές του πετρελαίου στα ύψη πως να τα βγάλει πέρα... Οι σκέψεις αυτές γέμιζαν το μυαλό του τώρα που περπατούσε στους δρόμους της πόλης. Ώρα αιχμής και ήταν γεμάτο κόσμο το κέντρο. Οι περισσότεροι απλά κοιτούσαν τις βιτρίνες. Μέσα στα μαγαζιά ο κόσμος λιγοστός εκτός από κάποιες εξαιρέσεις... Εκείνος τώρα πια δεν κοιτούσε ούτε τις βιτρίνες. Γιατί να το κάνει άλλωστε;... Άνεργος και με μόνον λίγα ψιλά στην τσέπη... Γιατί να μπει σε πειρασμό;
Σκέφτονταν άλλες εποχές που είχε επιτέλους αποκτήσει αγοραστική δύναμη. Πριν η λαίλαπα της κρίσης του αφαιρέσει τα πάντα... Είχε χρήματα τότε... Όμως ποτέ δεν τα θεοποίησε. Ποτέ δεν έκανε θυσία στον βωμό τους ούτε συμβιβασμούς για να τα αποκτήσει... Μόνο δούλευε σκληρά πιότερο από εργασιομανία παρά από αγάπη στο χρήμα. Και τώρα που το χρειάζονταν, αυτό του γύρισε την πλάτη όπως έκανε εκείνος όταν το είχε...
Χαμογέλασε πικρά. Προσπάθησε να θυμηθεί αν ποτέ χάρηκε αληθινά με τα χρήματα. Η ζωή του ήταν σίγουρα πιο άνετη όταν είχε την επιχείρησή του, όταν ίδρωνε τα λεφτά του, είχε όμως και τις τόσες έγνοιες... Χρήμα έρχονταν και παρέρχονταν σε πληρωμές και άλλα έξοδα... Ύστερα θυμήθηκε κάτι από την φοιτητική του ζωή...
Παραμονές Χριστουγέννων ήτανε όπως τώρα... Όλοι οι συγκάτοικοι είχαν φύγει από το σπίτι για τις διακοπές. Εκείνος όχι. Είχε εξεταστική στις 23 Δεκέμβρη. Το μόνο μάθημα που μπορούσε να δώσει μια και τα υπόλοιπα ήταν μπλοκαρισμένα. Ένα δευτερεύον. Είχε βρει το βιβλίο δανεικό δεκαπέντε μέρες πριν τις εξετάσεις. Έπεσε με τα μούτρα στο διάβασμα. Έπρεπε να το περάσει πάση θυσία! Αν δεν περνούσε έστω ένα μάθημα θα κόβονταν το συνάλλαγμα... Στην τράπεζα το είπαν καθαρά στους δικούς του...
Δεκάρα στην τσέπη και κανένας να δανειστεί. Πέρασε τις τρεις τελευταίες μέρες μέρες χωρίς τίποτε άλλο εκτός από ζάχαρη... Αυτή μόνο είχε μείνει στο σπίτι ακόμη ευτυχώς... Την μοίραζε με την ώρα για να έχει τροφή ο εγκέφαλος και έπινε άφθονο νερό... Το τελευταίο βράδυ τέλειωσε κι αυτή... Κατά τις πέντε το πρωί, αφού διάβασε όσο μπορούσε, βγήκε να πάρει λίγο αέρα. Νηστικός... Κουρασμένος... Άυπνος...
Οι μυρωδιές των φρέσκων κρουασάν από το μπαρ πιο κάτω τον μεθούσαν. Κατηφόριζε προς τα εκεί ενώ από την αντίθετη κατεύθυνση ανέβαινε σκουπίζοντας ο οδοκαθαριστής. Και ώ του θαύματος! 5.000 λιρέτες κατάχαμα... Μικρό ποσό αλλά έφτανε για ένα βαρβάτο πρωινό και δυο τρία γεύματα στην λέσχη... Αν αργούσε πέντε λεπτά να βγει... Ποτέ δεν θυμάται να χάρηκε τόσο για χρήματα. Η χαρά του έφερε δάκρυα στα μάτια. Όχι για το χρήμα αυτό καθ' αυτό... Αλλά γιατί ο Θεός που πίστευε τον είχε επιτέλους δει και ακούσει... Με το στομάχι και την ψυχή γεμάτη πέρασε και το μάθημα...
Αναμνήσεις... Ευτυχώς είχε μάθει να ζει στα δύσκολα. Εκείνος ναι... Δεν τον ένοιαζε. Ούτε θα τον ένοιαζε να περάσει και τώρα κάποιες μέρες σε κρύο σπίτι... Κάποιες μέρες με ζάχαρη μόνο ξανά... Όμως τώρα δεν ήταν μόνος. Είχε σύντροφο ζωής δίπλα του. Κι εκείνη στερημένη. Μαθημένη στα δύσκολα. Παρ' όλα αυτά είχε ονειρευτεί μια καλύτερη ζωή κοντά του. Δεν είχε δικαίωμα να της γκρεμίζει το όνειρο. Θα έκανε ότι μπορούσε για να μην στερείται εκείνη. Όμως οι ευκαιρίες για δουλειά ήταν από λίγες έως ανύπαρκτες.
Το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία... Όμως η έλλειψή του πολλές φορές την σκοτώνει. Δεν ερωτεύονται οι γνήσιοι άνθρωποι το χρήμα αλλά τον άλλον άνθρωπο. Μα όταν η φτώχεια χτυπάει την πόρτα, αλήθεια πόσοι έρωτες αντέχουν στο άνοιγμά της;... Άλλο ένα πικρό χαμόγελο έσκασε στα χείλη του... Αυτό που πέρασε από το μυαλό του δεν το άντεχε....
Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2010
Στολίσαμε...
Το δέντρο είναι πάντα δική μου δουλειά... Αλλά πρέπει πάντα να συμφωνεί και η Γιάννα μου με το αποτέλεσμα....