Ήταν εκεί, πάνω στην τουαλέτα της κρεβατοκάμαρας... Όχι πολύ μεγάλο, ούτε μικρό θα τό 'λεγες... Κάπου όσο ένα μέτριο βιβλίο στις δύο διαστάσεις του. Το ύψος του όσο ένα ποτήρι νερού από 'κείνα τα κλασσικά. Ξύλινο... Με περίτεχνα σκαλίσματα... Γύρω από κάθε πλευρά είχε σμιλεμένες περικοκλάδες. Κισσός έμοιαζε αν θυμάμαι καλά... Ανάμεσα στα φυλλώματα ξεπρόβαλαν κάλλες. Θύμιζε κάτι από διακόσμηση σε τέμπλο ιερό παλιάς εκκλησίας... Σε κάθε πλευρά του ιστορούσε μια εποχή μέσα στο πλαίσιο που όριζε η μπορντούρα.
Μπροστά μπροστά η άνοιξη, σαν όμορφη παιδούλα που σκόρπιζε άφθονα λουλούδια... Στα αριστερά το καλοκαίρι σαν νιος που θέριζε στάχυα χρυσά... Πίσω το φθινόπωρο σαν μεσόκοπη γυναίκα να τρυγά πλούσια αμπέλια... Και δεξιά ο χειμώνας, γέρος ασπρογένης που αναπαύονταν γλυκά δίπλα στην φωτιά. Πάνω στο καπάκι ο χρόνος σε μια εικόνα που μου θύμιζε τον Θεό στις παραστάσεις του Μιχαηλάγγελου στην Καπέλα Σιξτίνα, ίσως εμπνευσμένη από αυτές ακριβώς...
Κλασσικό ξύλινο κουτί ιταλικής τεχνοτροπίας... Ήταν στο πρώτο μου ταξίδι στην Ρώμη. Ταξίδι υποχρεωτικό μια και έπρεπε να επισκεφτώ την Ελληνική Πρεσβεία. Όμως, σκεφτόμουν, αν περίσσευε χρόνος... Κι έπρεπε να περισσέψει... Ήθελα τόσο να περιπλανηθώ στα δρομάκια μιας μεγάλης άγνωστης πόλης. Να νιώσω εκείνη την απροσδιόριστη αίσθηση ότι χάθηκα. Ξένος ανάμεσα σε ξένους. Με την αδρεναλίνη στα ύψη...
Και ο χρόνος περίσσεψε για χάρη μου... Τελείωσα γρήγορα από τα διαδικαστικά στην Πρεσβεία και πήρα το μετρό ως το ιστορικό κέντρο. Μπλέχτηκαν τα βήματά μου με των άλλων περαστικών στα στενά που απλώνονταν από την Πιάτσα ντι Σπάνια στην Φοντάνα ντι Τρέβι κι από κει στην Πιάτσα Ναβόνα και το Τραστέβερε... Λογής λογής μαγαζιά, μικρά και μεγάλα εναλλάσσονταν με ότι φαντάζεται ο νους... Κι εκεί εκείνη η μικρή βιτρίνα που με μαγνήτισε... Είδη δώρων... Μικρά μα με όλη την τέχνη θαρρείς μαζεμένη πάνω τους... Στο κέντρο αυτό το σκουρόχρωμο ξύλινο κουτί. Θυμήθηκα τα τέσσερα στρογγυλά χρωματιστά καδράκια από μαγιόλικα με τις παραστάσεις των εποχών που αγόρασα στην Ντερούτα. Πόσο θα ταίριαζε κοντά τους....! Ρώτησα την τιμή... Μέτρησα τα υπόλοιπα των χρημάτων στην τσέπη μου και το έκανα δικό μου...
Και τώρα αυτό το κενό που περιγράφεται από την σκόνη... Εκεί που ακουμπούσε τώρα το χνάρι του μόνο... Δεν έπρεπε να το κλειδώσω... Δεν θα κινούσε την περιέργεια. Θα το άνοιγαν... Θα έβλεπαν ότι δεν έχει μέσα τίποτα που να αξίζει... Τι να ξέρουν εκείνοι για το ανεκτίμητο...! Εκείνο που τα χρήματα δεν αγοράζουν... Για μένα το ίδιο το κουτί θα γινόταν η ζωή μου στις τέσσερις εποχές της... Είχε μόνο τρία ευτελή αντικείμενα μέσα του. Όσα πρόλαβα να ζήσω... Μια φωτογραφία μου στα τρία μου χρόνια με εκείνη την πέτρα στα χέρια, έτοιμος θαρρείς να την πετάξω στην ζωή... Και το εισιτήριο. Το αεροπορικό εισιτήριο που με πήγε πρώτη φορά στα ξένα, στον τόπο των σπουδών μου... Κι ύστερα ένα αποξηραμένο λουλούδι... Από το μπουκέτο που έδωσα στην σύντροφο της ζωής μου όταν συναντηθήκαμε στα σκαλιά της εκκλησίας...
Η ζωή μου ως τώρα... Ολάκερη σ' ένα κουτί.... Θα το σπάσουν για να το ανοίξουν και μαζί του θα κομματιάσουν το είναι μου....