Κάτι παράξενο που μου έτυχε κάποιες μέρες πριν έγινε αφορμή να γραφεί αυτό το ποίημα... Όλα ξεκίνησαν ενώ ήμουν βόλτα με την γνωστή σας σκυλίτσα Σάρα τρεις γωνίες πιο κει από το σπίτι μου... Ο τίτλος είναι η διεύθυνσή μου....
Ροζού
159
Ζητώ συγνώμη
και είναι πια τριάντα χρόνια
στο χώμα αυτό
που έχω να πατήσω
το σπίτι που
γεννήθηκα και έζησα
ψάχνω να βρω να
θυμηθώ και να γνωρίσω.
Το νούμερο ήταν
εκατόν πενήντα εννέα
και μάλλον βήτα
τώρα πια που να θυμάμαι
οδός Ροζού μα
πόσο άλλαξε στ΄ αλήθεια
τίποτε γνώριμο...
Πως χάθηκα φοβάμαι....
Μα τι παράξενα
παιχνίδια παίζει η μοίρα
σ' αυτό το νούμερο
του δρόμου εγώ μένω
Είν' άραγε αυτό
το σπίτι που γυρεύεις
που μήνες τρεις
τώρα το έχω νοικιασμένο;
Μαζί κινήσαμε
ως εκεί να τη βοηθήσω
τις αναμνήσεις
να σκαλίσει διψασμένα
όμως σαν φτάσαμε
εκεί μπροστά στην πόρτα
έμοιαζε πιότερο
να τά 'χει πια χαμένα...
Κάποια γειτόνισσα
που ρώτησα μας είπε
πως στο στενό
πιο κάτω ήταν το σπίτι
κι όταν την πήγα
ως εκεί και τό 'δε ω Θεέ μου
στα κάγκελα
έτρεμε σαν νά 'τανε σπουργίτι...
Πως ήταν η αρχηγός
της γειτονιάς μου είπε
και πως ότι έζησε
εδώ μοιάζει με ψέμα
κι εγώ την άφησα
μονάχη εκεί για να χαϊδεύει
'κείνους τους
τοίχους ολούθε με το βλέμμα.
Σε λίγο έφυγε
και πάλι βουρκωμένη
δεν βρήκε θάρρος
το κουδούνι να χτυπήσει
η ώρα ακατάλληλη
κι ίσως δεν πρέπει
τις αναμνήσεις
που κοιμόταν να ξυπνήσει....